Οι στοματικοί και γναθοπροσωπικοί χειρουργοί αποτελούν τους κατ’ εξοχήν ειδικούς ιατρούς για την αντιμετώπιση των τραυμάτων του προσώπου, των γνάθων, του στόματος και των δοντιών, λόγω αφ’ ενός μεν των ειδικών οδοντιατρικών γνώσεων που κατέχουν αλλά και της εκτεταμένης εκπαίδευσής τους κατά την διάρκεια της ειδίκευσής τους στην ευρύτερη χειρουργική της κεφαλής και του τραχήλου. Η γνώση και η εξοικείωση του χειρουργού με την οδοντική σύγκλειση, τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο αρθρώνουν τα δόντια της άνω γνάθου με τα αντίστοιχα της κάτω γνάθου, αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα του γρίφου τον οποίο καλείται να επιλύσει ο στοματικός και γναθοπροσωπικός χειρουργός, όταν αντιμετωπίζει πολύπλοκα κατάγματα του σπλαγχνικού κρανίου. Κατάγματα της κάτω γνάθου, της άνω γνάθου, των οφθαλμικών κόγχων, των ζυγωματικών και ρινικών οστών και γενικότερα του μέσου τριτημορίου του σπλαγχνικού κρανίου, καθώς επίσης και εκτεταμένα θλαστικά τραύματα των μαλθακών μορίων του προσώπου και του τραχήλου, είναι μερικά μόνο από τα επείγοντα περιστατικά της τραυματολογίας του σπλαγχνικού κρανίου που αντιμετωπίζουν οι στοματικοί και γναθοπροσωπικοί χειρουργοί. Οι τραυματισμοί της παιδικής ηλικίας που προκύπτουν κατά την διάρκεια αθλοπαιδιών(σπορ), παιχνιδιού γενικά στο σχολείο, τροχαίων ατυχημάτων με ποδήλατο κ.λπ., συχνά περιλαμβάνουν και το οδοντικό ή γναθοπροσωπικό τραύμα.
Μικρότερα παιδιά συχνά υπόκεινται σε τραυματισμούς στα δόντια ή και στoυς υποκείμενους σκληρούς αλλά και μαλθακούς ιστούς, μετά από αναφερόμενες πτώσεις (πεσίματα). Τέτοιες τραυματικές βλάβες συνήθως μπορούν να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά σε ένα γναθοχειρουργικό ιατρείο, αποφεύγοντας τον ψυχολογικά φορτισμένο για το παιδί χώρο του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών μιας Νοσοκομειακής Μονάδας.